άδδαξ

άδδαξ
(addax). Αντιλόπη με δακτυλιδωτά κέρατα, που σχηματίζουν δύο ελικοειδείς στροφές. Το τρίχωμά της είναι ανοιχτόγκριζο, με καστανόμαυρο μετωπικό θύσανο και μια υπερκείμενη άσπρη γραμμή. Ένα είδος, γνωστό ως ά. η ρινόστικτος,ζει σε αγέλες στις ερημικές περιοχές της Αφρικής.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”